Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2012

"Εδώ μωρή θα λέγεσαι Μαρία" - Ενδελέχεια



 

Στίχοι: Δημήτρης Μητσοτάκης
Μουσική: Ενδελέχεια
Από τον δίσκο «Μέσα μου κρύβονται άλλοι» (2005)

Λαμέ, εμπριμέ,ψηλό τακούνι, ο έρωτας μυρίζει Ουκρανία
σαράντα χρόνια δάνειο, αμάξι ανοιχτό απ΄ την Ασία
Σκυλάδικο σαπίζει η επαρχία, εδώ μωρή θα λέγεσαι Μαρία,
Σκυλάδικο σαπίζει η επαρχία, εδώ μωρή θα λέγεσαι Μαρία.

Χρυσό σταυρό και μέσα λέρα, στα δώδεκα τον πιάσαν για ληστεία
μην ψάχνεις πως τη γλύτωσα, δεν έχει πια καμία σημασία
Δεν ξέρω πως σε λέγαν στη Ρωσία, εδώ μωρή θα λέγεσαι Μαρία,
Δεν ξέρω πως σε λέγαν στη Ρωσία, εδώ μωρή θα λέγεσαι Μαρία.

Σβηστό το φως, παντού σκοτάδι, τον άφησε την ψάχνει η αστυνομία
πως πέρασε τα σύνορα αυτό είναι μια άλλη ιστορία
Της έσπασε τα δόντια με μανία, εδώ μωρή θα λέγεσαι Μαρία,
Της έσπασε τα δόντια με μανία, εδώ μωρή θα λέγεσαι Μαρία.

Τί βρήκε και τί έχασε, κανένας μας δε ξέρει
το όνομά της ξέχασε, το φύσηξε τ' αγέρι.

Περισσότερες πληροφορίες για το συγκρότημα ΕΔΩ



Τρίτη 6 Νοεμβρίου 2012

48ΩΡΗ ΓΕΝΙΚΗ ΑΠΕΡΓΙΑ (6-7 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ)

 
Ακούμε: Δε θέλεις πια να δουλέψεις μαζί μας
 
Α

Ακούμε: Δε θέλεις πια να δουλέψεις μαζί μας.
Γονάτισες. Δεν μπορείς άλλο να τρέχεις.
Κουράστηκες. Δε μπορείς πια να μαθαίνεις καινούργια.
Ξόφλησες.
Κανείς δε μπορεί να σου ζητήσει να κάνεις πια τίποτα.

Μάθε λοιπόν:
Εμείς το ζητάμε.


Σαν κουραστείς κι αποκοιμηθείς
Κανείς δε θα σε ξυπνήσει πια να πει:
Σήκω, το φαΐ ειν’ έτοιμο.
Γιατί να υπάρχει έτοιμο φαΐ;
Σαν δε θα μπορείς άλλο να τρέχεις,
θα μείνεις ξαπλωμένος.
Κανείς δε θα σε ψάξει για να πει:
Έγινε επανάσταση.
Τα εργοστάσια σε περιμένουν.
Γιατί να γίνει επανάσταση;
Όταν πεθάνεις θα σε θάψουν

 Είτε φταις που πέθανες είτε όχι.

Λες:

Πολύ καιρό αγωνίστηκες. Δεν μπορείς άλλο πια
ν’ αγωνιστείς.
Άκου λοιπόν:

Είτε φταις είτε όχι:
Σαν δε μπορείς άλλο να παλέψεις, θα πεθάνεις.

Β

Λες: Πολύ καιρό έλπιζες. Δεν μπορείς άλλο πια
να ελπίσεις.
Έλπιζες τι;
Πως ο αγώνας θαν’ εύκολος;

Δεν είν’ έτσι.
Η θέση μας είναι χειρότερη απ’ όσο νόμιζες.

Είναι τέτοια που: 
Αν δεν καταφέρουμε το αδύνατο
Δεν έχουμε ελπίδα.
Αν δεν κάνουμε αυτό που κανείς δεν μπορεί να μας ζητήσει
Θα χαθούμε.

Οι εχθροί μας περιμένουν να κουραστούμε.

Όταν ο αγώνας είναι στην πιο σκληρή καμπή του,
Οι αγωνιστές έχουν την πιο μεγάλη κούραση.
Οι κουρασμένοι, χάνουν τη μάχη.

 Μπέρτολτ Μπρεχτ
 

Δευτέρα 5 Νοεμβρίου 2012

“Γυναίκες” - Τσαρλς Μπουκόφσκι


Ο Χένρι Τσινάσκι, ο κεντρικός ήρωας του Τσάρλς Μπουκόφσκι στις “Γυναίκες” (1973), όταν διαπιστώνει ότι ο συναισθηματικός του κυνισμός προκαλεί τη δυστυχία σε όσες γυναίκες πέφτουν στο κρεβάτι του...


(...) Μα τι σόι σκατά ήμουν επιτέλους; Τι βρώμικα παιχνίδια έπαιζα; Ποιό ήταν το κίνητρό μου; Προσπαθούσα, μήπως, να ανταποδώσω κάποιο κακό που μου έκαναν; Μπορούσα να λέω συνέχεια στον εαυτό μου ότι ήταν απλά και μόνο θέμα έρευνας, ανάλυσης του γυναικείου ψυχισμού; Άφηνα να μου συμβαίνουν διάφορα πράγματα χωρίς να σκέφτομαι. Δε λογάριαζα κανέναν πέρα από τη δική μου εγωιστική, φτηνή διασκέδαση. Σαν να ήμουν κακομαθημένο σκολιαρόπαιδο. Ήμουν χειρότερος κι από πουτάνα, γιατί η πουτάνα το μόνο που μπορούσε να σου πάρει ήταν τα λεφτά σου. Εγώ τσαλαβουτούσα στις ζωές και τις ψυχές των ανθρώπων , σαν να ήταν τα παιχνιδάκια μου, τα ηλεκτρικά μου τρενάκια. Πώς μπορούσα να λέω ότι είμαι άντρας; Πώς μπορούσα να γράφω ποιήματα; Από τι υλικό ήμουν φτιαγμένος; Ένιωθα σαν ένας μικρός Σαντ χωρίς όμως τη δική του ιδιοφυϊα. Ένας δολοφόνος ήταν πιο έντιμος και ντόμπρος από μένα. Ή ένας βιαστής. Εγώ, δεν ήθελα να παίζουν οι άλλοι με την ψυχή μου, να μου την κατουρούν, να την κοροϊδεύουν. Όπως και να ‘χε το πράγμα μία τουλάχιστον διαπίστωση είχα κάνει: δεν ήμουν εντάξει. Δεν ήμουν καλός. Και το χειρότερο ήταν πως περνούσα ακριβώς για το αντίθετο. Μπορούσα να επεμβαίνω στις ζωές των ανθρώπων γιατί μ’ εμπιστεύονταν. Έκανα τις βρωμιές μου με τον πιο ύπουλο τρόπο. Έγραφα την Ερωτική ιστορία μιας Ύαινας (...)

Σε μετάφραση Χρύσας Τσαλικίδου


Σάββατο 3 Νοεμβρίου 2012

"Κριτική" - Κώστας Καρυωτάκης

                              Δεν εἶναι πιὰ τραγούδι αὐτό, δὲν εἶναι ἀχὸς
                               ἀνθρώπινος. Ἀκούγεται νὰ φτάνει
                               σὰν τελευταῖα κραυγή, στὰ βάθη τῆς νυχτός,
                               κάποιου πὄχει πεθάνει.

 
                     Ἐλεγεῖα καὶ Σάτιρες (1927)